ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ Δ.Ε.
Λιβαδειά, 21– 6 – 2011
Όταν μία υπουργική απόφαση εξελίσσεται σε φαρσοκωμωδία : σκέψεις με αφορμή την «ανάκληση» της απόφασης Αρ. Πρ. 62780/Γ2/02-06-2011 και μία ραδιοφωνική εξαγγελία της Κας Χριστοφιλοπούλου.
Αν η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας με την απόφαση Αρ.Πρ.62780/Γ2/02 – 06 -2011 ήρθε να ανατρέψει τα πάντα στο χώρο της διδασκαλίας της Β’ Ξένης Γλώσσας, καταργώντας το δικαίωμα επιλογής της δεύτερης ξένης γλώσσας των μαθητών των δημοτικών και του Γυμνασίου, με την απόφαση Αρ.Πρ.66302/Γ2/ 10-06 -2011 η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου επιχειρεί να σώσει τα προσχήματα, παρουσιάζοντας ως διορθωτική μία απόφαση η οποία όχι μόνο δε διορθώνει τις απαράδεκτες και αντιπαιδαγωγικές ρυθμίσεις της προηγούμενης απόφασης, αλλά ουσιαστικά εισάγει επιπλέον απαράδεκτες ρήτρες που επιδεινώνουν περαιτέρω την ήδη πολύπαθη διδασκαλία της Β’ Ξένης Γλώσσας, ενώ έντεχνα καλλιεργεί στην κοινή γνώμη την αυταπάτη ότι η προηγούμενη απόφαση «ανακλήθηκε»!
Πανικοβεβλημένο, προφανώς, από το πλήθος των αναρίθμητων αντιδράσεων μαθητών, Συλλόγων Γονέων και κηδεμόνων και εκπαιδευτικών, αλλά και από τη βροχή καταδικαστικών ψηφισμάτων – μέχρι τώρα έχουν κατά πολύ ξεπεράσει τα 100 ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται ηλεκτρονική συλλογή υπογραφών με ήδη πάνω από 7000 καταχωρημένες – η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας κοινοποίησε – πάλι εν κρυπτώ και πάλι μέσα στα πλαίσια της πάγιας πολιτικής του « αποφασίζομεν και διατάσσομεν» - μία καινούρια απόφαση, την οποία επιχειρεί να παρουσιάσει ως διορθωτική της προηγούμενης. Έχοντας πολλές μέρες πριν έντεχνα προετοιμάσει το έδαφος για τη νέα απόφαση μέσω επιλεκτικών διαρροών περί «επικείμενης ανάκλησης της απόφασης της 02/ 06» το Υπουργείο ήρθε να ανακοινώσει στις 10/06 την προαναγγελθείσα απόφαση.
Τι προβλέπει, αλήθεια, η καινούρια «διορθωτική» απόφαση – ή η «ανάκληση», όπως έσπευσαν, βιαστικά και επιπόλαια, να την αποκαλέσουν όσοι «τσίμπησαν» στα επικοινωνιακά τρικ του Υπουργείου;
Με όψιμο και καθυστερημένο ενδιαφέρον για τους μαθητές της Β’ και Γ’ Γυμνασίου το Υπουργείο σπεύδει να μας ενημερώσει πως θα συνεχίσουν να διδάσκονται τη γλώσσα « που έχουν διδαχθεί κατά το σχ. Έτος 2010 -11»! Αλλά επειδή ακόμη και οι ευαισθησίες και η έγνοια για τους μαθητές πρέπει να έχουν τα όρια τους – ειδικά στους χαλεπούς «μνημονιακούς» καιρούς που βιώνουμε- , το Υπουργείο έρχεται να θέσει δύο βασικές προϋποθέσεις: α) « Ο ελάχιστος αριθμός μαθητών που απαιτείται για τη δημιουργία τμήματος είναι δεκαπέντε, ενώ σε ειδικές λειτουργικές συνθήκες ( sic !) – νησιωτικότητα, ορεινότητα, δυσχέρειες πρόσβασης - μπορούν να λειτουργήσουν τμήματα με ελάχιστο αριθμό 12 μαθητών και β) Η ύπαρξη οργανικής θέσης εκπαιδευτικού της ξένης γλώσσας που διδάσκονται οι μαθητές» – όπερ, μεθερμηνευόμενον, σημαίνει ότι αν ο καθηγητής της συγκεκριμένης ξένης γλώσσας δεν έχει οργανική θέση, η δυνατότητα των μαθητών της Β’ και Γ’ Τάξης να διδαχτούν τη γλώσσα που έχουν ήδη επιλέξει για το σχ. Έτος 2010 – 11 παύει να υφίσταται ! Και σε αυτό το σημείο οι ευαισθησίες της Κας Χριστοφιλοπούλου και των μυστικοσυμβούλων της τελειώνουν! Από κει και πέρα η περίφημη «διορθωτική» απόφαση δεν αποκλίνει ούτε έναν πόντο από την αρχικά απόφαση, αλλά συνιστά μία κομψή επανέκδοσή της.
Οι Παρεμβάσεις Βοιωτίας καταγγέλλουν και τη νέα, ψευτο-διορθωτική απόφαση της Υφυπουργού εκτιμώντας πως πρόκειται για απαράδεκτο επικοινωνιακό τρικ του Υπουργείου, το οποίο, αιφνιδιασμένο από το κύμα αντιδράσεων ενάντια στην προηγούμενη απόφαση, υποχρεώθηκε σε επικοινωνιακό ελιγμό, ελιγμό που συνιστά κατάφορη προσβολή της νοημοσύνης εκπαιδευτικών, γονέων και μαθητών και ο οποίος αποβλέπει στη συστηματική εξαπάτησή τους. Απαιτούμε να αποσυρθούν εδώ και τώρα οι προηγούμενες υπουργικές αποφάσεις ως παιδαγωγικά απαράδεκτες για τους μαθητές, διχαστικές για τους εκπαιδευτικούς των ξένων γλωσσών και διαλυτικές για αυτήν την ίδια την ύπαρξη της δημόσιας ξενόγλωσσης παιδείας. Η «διορθωτική» απόφαση όχι μόνο δε διορθώνει τίποτα, αλλά ουσιαστικά αποτελεί μία διαφορετική επαναδιατύπωση της κατάπτυστης απόφασης της 02/06.
Δυστυχώς, η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου όχι μόνο δεν περιορίστηκε στην αγαπημένη του συνήθεια να σώζει τα προσχήματα προσφεύγοντας σε επικοινωνιακούς ελιγμούς υπό το βάρος μαζικών αντιδράσεων σε αποφάσεις του, αλλά έκανε ένα βήμα περισσότερο : σε συνέντευξη της σε ραδιοφωνικό σταθμό, η Κα Χριστοφιλοπούλου αιφνιδίασε τους πάντες και τα πάντα δηλώνοντας ανερυθρίαστα πως « το Υπουργείο Παιδείας σκοπεύει να αναθέσει το μάθημα της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας ως μάθημα δεύτερης ανάθεσης στους καθηγητές της Β’ Ξένης Γλώσσας»! Το τι συνέπειες θα έχει η πρακτική εφαρμογή μίας τέτοιας απόφασης, εύκολα μπορεί κανείς να το φανταστεί. Το ότι η διδασκαλία της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας από καθηγητές Ξένων Γλωσσών είναι και παιδαγωγικά/ επιστημονικά καταστροφική επιλογή αλλά και σοβαρά προβλήματα στον κλάδο των Φιλολόγων θα προκαλέσει, είναι, επίσης, ολοφάνερο. Το ότι το Υπουργείο ουσιαστικά, έχει μετατρέψει το χώρο της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σε χώρο ανεύθυνων, επικίνδυνων και δυνητικά καταστροφικών πειραματισμών, στα πλαίσια μίας πολιτικής περικοπών υπαγορευμένων από την βάναυση λογική του Μνημονίου, μόλις τώρα έχει αρχίσει να γίνεται ευρύτερα κατανοητό. Το Υπουργείο κάνει ασκήσεις επί χάρτου και έχει μετατρέψει καθηγητές και μαθητές σε πειραματόζωα στα πλαίσια μίας ανεύθυνης πολιτικής καθολικής ανατροπής των πάντων, υπαγορευμένης από την εισπρακτική λογική του Μνημονίου.
Με βάση τις παραπάνω θεμελιώδεις διαπιστώσεις, καλούμε
Την ΕΛΜΕ Βοιωτίας να εκδώσει καινούριο ψήφισμα στο οποίο να καταδικάζει και την καινούρια ψευτο-διορθωτική υπουργική απόφαση ως απαράδεκτη, αντιπαιδαγωγική και ωμά παραπλανητική και στο οποίο να δηλώνει απερίφραστα πως η μόνη αποδεκτή ρύθμιση δεν μπορεί παρά να είναι η παράλληλη διδασκαλία της δεύτερης ξένης γλώσσας
Τους συναδέλφους καθηγητές όλων των ξένων γλωσσών να συνειδητοποιήσουν, πέρα από διχαστικές λογικές, ότι έχουν κοινά συμφέροντα, ότι χωράν όλοι στη Δημόσια Εκπαίδευση και ότι η αξία της πολυγλωσσίας είναι προς το συμφέρον όλων, ότι αυτό που δέχεται ολομέτωπη επίθεση είναι αυτή η ίδια η διδασκαλία της Β’ Ξένης Γλώσσας, η υπόσταση της οποίας απειλείται θανάσιμα.
Τους συναδέλφους καθηγητές Φιλολόγους να αντιδράσουν στις προθέσεις του Υπουργείου να ανατεθεί η Νεοελληνική Λογοτεχνία ως μάθημα β’ ανάθεσης σε ξενόγλωσσους καθηγητές – κάτι που και οι τελευταίοι δεν επιθυμούν. Είναι φανερό ότι το Υπουργείου ανατρέπει ισορροπίες και επανασχεδιάζει τη δομή και την αρχιτεκτονική της εκπαίδευσης με γνώμονα τη λογική και τις επιταγές του Μνημονίου και όχι τις ανάγκες των μαθητών. Ο κοινός αγώνας όλων των εκπαιδευτικών όλων των ειδικοτήτων είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ επιτακτικός.
Τους Συλλόγους Γονέων και κηδεμόνων να στηρίξουν τον αγώνα των εκπαιδευτικών ενάντια στις τελευταίες Υπουργικές αποφάσεις και στη γενικότερη πολιτική του Υπουργείου.